Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Μέρες Χωρίς Γαλάζιο


Άνοιξα τα μάτια μου και είδα την πραγματικότητα. Τα στρωσίδια ήταν ένα κουβάρι κάτω από το κρεβάτι και το ταβάνι δεν γύριζε πλέον. Μάλλον τα δύο παυσίπονα έκαναν δουλειά. Σχέδια για τη σημερινή μέρα πέρασαν από το μυαλό μου. «Επιστροφή στη ρουτίνα», είπα στον εαυτό μου, ο οποίος άρχισε να συμβιβάζεται. Πρώτα δουλειά, ύστερα σπίτι, το απόγευμα καφές, το βράδυ βόλτα, το πρωί τέζα. Το πήρα απόφαση. Έδωσα δύναμη στα πόδια μου και σηκώθηκα. Στο διαμέρισμα επικρατούσε χάος. Κουτάκια από μπύρες στο πάτωμα, στάχτες στο τραπέζι, ρούχα πεταμένα δεξιά και αριστερά και μια βροχή από σκόνη που γίνεται ορατή από την ηλιαχτίδα που τρυπώνει από το μισάνοιχτο πατζούρι. Κανονικός εργένης. Από πού να αρχίσεις και πού να τελειώσεις; 

Τα μάτια μου έπεσαν στην ώρα . Ήταν περασμένες εννιά. Σαν να είχα αργήσει λίγο στην δουλειά. Ο μανιακός θόρυβος που έκανε το κινητό πάνω στο τραπεζάκι τράβηξε την προσοχή μου. Μια λέξη έδειχνε με μεγάλα γράμματα και έμοιαζε με «Αφεντικό». Αφεντικό; Ένα αίσθημα φρίκης διαπέρασε με την ταχύτητα του φωτός το σώμα μου κάνοντας τις τρίχες μου να σηκωθούν όρθιες σα να με είχε χτυπήσει ρεύμα δέκα αμπέρ. Τι να κάνω; Τι να πω; Πάλι χάλασε το λεωφορείο; Μπα! Δεν μπορώ να το πω αυτό. Κάτι άλλο, κάτι καλό. Πριν σκεφτώ κάτι να πω το κινητό σταμάτησε να χτυπάει. Επικράτησε πλήρης ησυχία. Άρχισα να νιώθω καλύτερα και να ηρεμώ. Και εκεί που έκανα το άγχος μου να πάψει, ο χαρακτηριστικός ήχος του μηνύματος ακούστηκε. Ήμουν σίγουρος πως δεν ήταν για καλό. Πάτησα το κεντρικό πλήκτρο και στην οθόνη εμφανίστηκε μοναχά μια λέξη: «Απολύεσαι». Έτσι απλά. Τα μάτια μου γούρλωσαν τόσο πολύ και οι σφυγμοί μου έπεσαν. Τώρα; Το ταμείο ανεργίας θα με περίμενε πάλι. 

Και πάνω που βυθίζομαι στην θλίψη μου και ενώ καθόμουν στον καναπέ, ακούω μικρά βήματα. Γυρνάω απότομα το βλέμμα μου και βλέπω μια εντυπωσιακή ξανθιά. (Ποια είναι αυτή τώρα;) «Γεια σου, Μάκη» μου λέει. Όταν ξύπνησα ήταν δίπλα μου; Και αν ναι, πώς την λένε; Τα γουρλωμένα από πριν μάτια μου, τώρα ζυγίζουν εκατό κιλά το καθένα και τα βλέφαρα μου έκλεισαν απότομα. Έχασα κάθε επαφή με το περιβάλλον. Μάλλον ήμουν ακόμα επηρεασμένος από τη χθεσινή έξοδο. Δεν πέρασαν δυο ώρες και το κινητό πάλι άρχισε να γκρινιάζει. Μου είχε έρθει μήνυμα. Αυτή τη φορά το κινητό δεν εμφάνισε ποιος ήταν ο παραλήπτης αλλά μου έδειξε τα ψηφία του κινητού. Το μήνυμα έγγραφε : «Ήσουν αδιάθετος και σε άφησα να ξεκουραστείς. Όταν μπορείς τηλεφώνησε μου». Ναι! Θα τηλεφωνήσω και σε εσένα. Ακριβώς, όπως έκανα και με τις άλλες...

Τελικά τι έχω καταφέρει στην ζωή μου; Τα τριάντα με έχουν επισκεφτεί και εγώ πάω από γυναίκα σε γυναίκα . Πρέπει να σοβαρευτώ. «Να βρεις μια καλή κοπέλα», έλεγε η μητέρα μου συνέχεια και συνήθως πρόσθετε : «Ή μικρός μικρός παντρέψου, ή μικρός καλογερέψου!». Βέβαια σίγουρα δεν θα περίμενε ότι η κρίση θα χτυπούσε την πόρτα και ότι το Δου-νου-του θα άδειαζε της τσέπες μας. Πού λεφτά για γάμους;

Το ρολόι έδειξε δώδεκα! Όπως κάθε έλληνας , έτσι και εγώ , τιμούσα δεόντως με την παρουσία μου τις καφετέριες της γειτονιάς. Τώρα είχα έναν λόγο παραπάνω: ήμουν άνεργος! Λίγα , όμως , περίσσια κέρματα ροκάνιζαν την τσέπη μου και ωθούσαν τα χέρια μου να τα πάρουν και να πληρώσουν τον καφέ αυτόν.

Η «συνταγή» είναι εύκολη. Πάλι χρειάζεται το κινητό και μερικούς φίλους. Η διαδικασία είναι απλή: παίρνουμε τηλέφωνο τα φιλαράκια μας έχοντας ένα οικονομικό πακέτο κλήσεων. Δεκτά είναι και τα μηνύματα. Επίσης , βασική προϋπόθεση είναι να είναι και εκείνοι άνεργοι , πράγμα καθόλου δύσκολο. Τους ξυπνάμε και τους λέμε «Πάμε για καφέ τώρα στο γνωστό μέρος;». Το 99,9% απαντάει ναι. Το άλλο 0,01% σκέφτεται την γυναίκα του και απαντάει «που να τρέχουμε τώρα;». Σε αυτές τις περιπτώσεις η διαδικασία ολοκληρώνεται με αποτυχία. Εάν, όμως, ολοκληρωθεί με επιτυχία, ετοιμάζεστε και πηγαίνετε για καφέ. Αυτό έκανα και εγώ αφού πήρα τα κλειδιά μου, άνοιξα την πόρτα και βγήκα έξω.

Κατέβηκα μερικά σκαλιά και έφτασα στη πόρτα της πολυκατοικίας. Στο τζάμι που είχε αριστερά και δεξιά από την πόρτα φαινόταν το άσχημο και αγουροξυπνημένο πρόσωπο της πόλης με τα αυτοκίνητα να κινούνται σαν τα μυρμήγκια, αργά και μεθοδικά. Οι άνθρωποι φανερά απογοητευμένοι περπατούν γρήγορα και με σκυμμένα τα κεφάλια από τα προβλήματα, περνούν έξω από τα άδεια μαγαζιά και δεν διστάζουν να δουν τις βιτρίνες, γιατί φοβούνται μη μεγαλώσει η θλίψη τους. Ωστόσο, λίγο πιο πίσω περπατάνε κάποιες χαμογελαστές ξανθιές – σαν και τη χθεσινοβραδινή – που έχουν άγνοια των προβλημάτων και είναι πάντα χαρούμενες. Τελικά, δεν ξέρω τι είναι καλύτερο.

Ο εκνευριστικός ήχος της πόρτας που σέρνεται στο πάτωμα διέκοψε τις σκέψεις μου και έκανε πολλούς περαστικούς να κοιτάξουν προς το μέρος μου. Μαζί με αυτούς και οι χαριτωμένες ξανθιές. «Δεν είναι αυτά για μένα πια», είπα και συνέχισα τον δρόμο μου σε μια πόλη που είχε βαφτεί με σκούρα χρώματα που έμοιαζαν με διάφορες αποχρώσεις του γκρι. Ήταν η διάθεση μου έτσι ή αυτός είναι ο κόσμος που ζούμε; Άδειασα το μυαλό μου και παίρνοντας μια μεγάλη ανάσα καυσαερίου συνέχισα τον δρόμο μου βαδίζοντας προς την καφετέρια.

Δεν άργησα πολύ να φτάσω. Εκεί συνάντησα και τους άλλους. Με είχαν προλάβει! Κάθισα και παρήγγειλα την γνωστή φραπεδιά . Δεν πέρασε πολύ ώρα μέχρι να μου την σερβίρουν . Γρήγορα πήρα την πρώτη ρουφηξιά και η συζήτηση φούντωσε. Αθλητικά – γυναίκες , αθλητικά – γυναίκες και δεν ξέρω αν το έχω αναφέρει ήδη , αλλά συζητούσαμε για αθλητικά και γυναίκες. Ένιωθα να με κουράζει αυτή η συζήτηση αλλά αυτά ήταν τα θέματα που μας έκαναν να ξεχνιόμαστε και να γελάμε. Έτσι δεν κάναμε πάντα; Γιατί να αλλάξουμε τώρα; Άρχισα να συμμετέχω με πάθος στην συζήτηση και όταν κοίταξα το ρολόι, η ώρα ήταν περασμένες δύο . Το γνωστό φαστφουντάδικο μας περίμενε στην απέναντι γωνιά του δρόμου! Η συνάντηση μας ολοκληρώθηκε κάνοντας σχέδια για την επόμενη μέρα και υπολογίζοντας το διαθέσιμο ρευστό . Εναπόθετα όλες μου τις ελπίδες στην αποζημίωση από το αφεντικούλι ! Θα περνούσα κάποιο καιρό με εκείνα τα χρήματα και μετά αν όλα πήγαιναν κατ' ευχήν, θα έπιανα μια δουλειά σε αυτό που είχα πάρει μάστερ: το σερβίρισμα. Βέβαια! Το έκανα με μεγάλη επιτυχία. Είχα χρόνια εμπειρία. Και εκεί αργούσα συνήθως αλλά τις περισσότερες φορές την γλύτωνα. Προσπαθούσα να σκεφτώ αν υπήρχε κάποια καφετέρια της γειτονιάς που να μην είχα δουλέψει είτε ως φοιτητής είτε ως απόφοιτος. Φυσικά , είχε περάσει πολύς καιρός από τότε , όμως τώρα τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα από ποτέ.

Πηγαίνοντας προς το σπίτι μου έκανα μια μεγάλη βόλτα και πέρασα και από τη δουλειά. Τα λεφτά είχαν ήδη μπει στον λογαριασμό μου. Αποχαιρέτησα τους συναδέλφους μου και μάζεψα τα πράγματα μου. Λίγες στιγμές αργότερα, είχα ήδη φτάσει στην εξώπορτα του σπιτιού μου.
Άνοιξα την πόρτα και αφού μπήκα μέσα, ξεπήδησαν μνήμες από αξέχαστα βράδια που είχα περάσει εδώ με την παρέα μου και με τις κοπέλες μου. Τελικά όλα είχαν αλλάξει! Εγώ, ένιωθα αλλαγμένος. 

Η πόλη είχε μεταμορφωθεί και η ζωή είχε διαφοροποιηθεί . Το μήνυμα το είχαμε λάβει όλοι – και δεν μας το είχαν στείλει στο κινητό. Οι μέρες ήταν δύσκολες. Μέρες που θα μας έλειπαν πολλά. Μέρες που θα έλειπε το γαλάζιο από την ζωή μας. Το χρώμα του ουρανού που δίνει ζωή μέσα μας . Αυτό το χρώμα που μας κάνει να νιώθουμε χαρούμενοι και να βλέπουμε με φωτεινές αποχρώσεις τις στιγμές μας, είχε γίνει τώρα ένα σκούρο γκρι. Αυτό θα μου λείψει περισσότερο από όλα! Η απουσία του χρώματος που λείπει από την ζωή μου! Όμως η ζωή μας είναι οι επιλογές που κάνουμε. Για αυτό με ένα όμορφο πινέλο ο καθένας μας μπορεί να χρωματίσει κάθε στιγμή με το δικό του αγαπημένο χρώμα.

Άφησα τα κλειδιά στο τραπέζι και μετά από λίγη σκέψη , αποφάσισα να μη βγω το βράδυ. Οι ώρες πέρασαν σα νερό ενώ εγώ χάζευα φωτογραφίες από το παρελθόν σε ένα μικρό άλμπουμ που είχα φτιάξει στα φοιτητικά μου χρόνια. Άλλαξα ρούχα και κατευθύνθηκα στο κρεβάτι . Έβαλα το χέρι μου για καλό και για κακό στην άλλη πλευρά του κρεβατιού και εξακρίβωσα ότι ήμουν μόνος .Έκλεισα τα μάτια μου και άφησα το μυαλό μου να σκεφτεί την μέρα που πέρασε . Λίγα λεπτά αργότερα, κοιμήθηκα...

0 απόψεις! Γράψε τη δική σου!:

Δημοσίευση σχολίου