Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Η "Μελωδία" σε περιοδεία - Καμπανάκι για τα μιούζικαλ


Θέμις Μαρσέλλου, «Μελωδία της Ευτυχίας», Θέατρο Δάσους

Η «Μελωδία της Ευτυχίας» δε χρειάζεται πολλές συστάσεις. Είναι ένα μιούζικαλ που ανέβηκε για πρώτη φορά στο Broadway της Αμερικής το 1959 και ακολουθήθηκε από μια πολυβραβευμένη ταινία το 1965 με την ταλαντούχα Julie Andrews να έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Τη σεζόν που πέρασε ανέβηκε στην Αθήνα στο θέατρο Παλλάς, με ικανοποιητική προσέλευση του κοινού, ενώ το καλοκαίρι έκανε περιοδεία σε πολλές πόλεις της Ελλάδας. Παρακολουθήσαμε την παράσταση στο Θέατρο Δάσους στη Θεσσαλονίκη.

Το θέμα της παράστασης περιτριγυρίζεται γύρω από την αγάπη. Αγάπη για τον Θεό, τη ζωή, τη μουσική. Η Μαρία (Demy), εν έτει 1930 στην Αυστρία, βρίσκεται σε ένα μοναστήρι θέλοντας να αφιερώσει τη ζωή της στον Θεό. Η Ηγουμένη (Μαρία Λυμπεράκου), όμως, φαίνεται να έχει άλλα σχέδια, καθώς, προσπαθώντας να τη βοηθήσει να βρει τι πραγματικά θέλει στη ζωή, τη στέλνει ως γκουβερνάντα στο σπίτι του Πλοιάρχου Γκεόργκ Φον Τραπ (Άκης Σακελλαρίου) που, μετά το θάνατο της γυναίκας του, έχει αναλάβει μόνος του τη φροντίδα των επτά παιδιών του. Παραδόξως, κερδίζει την εμπιστοσύνη και των επτά παιδιών, αφού καμία άλλη στο παρελθόν δεν κατάφερε να μείνει εκεί για καιρό. Η Μαρία, παρά τις αυστηρές οδηγίες του Φον Τραπ, φέρνει το τραγούδι ξανά στις ζωές τους και αλλάζει την ατμόσφαιρα στο σπίτι. Παράλληλα, ο Φον Τραπ αποφασίζει να παντρευτεί την όμορφη και πλούσια Βαρώνη, Έλσα Σρέιντερ (Ναταλία Δραγούμη), γεγονός που φέρνει κάποιες σημαντικές εξελίξεις στην υπόθεση. Όταν η Αυστρία προσαρτηθεί στη Γερμανία και το Τρίτο Ράιχ γίνει γεγονός, θα ζητηθεί από τον Φον Τραπ να αναλάβει τα καθήκοντά του στο Βερολίνο, κάτι που ο ίδιος δεν επιθυμεί και θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να το αποφύγει.

Η σκηνοθεσία και το κείμενο της Θέμιδας Μαρσέλλου, με μια πρώτη ματιά, ήταν ωραία. Ωστόσο, έλειπε η έμπνευση, καθώς σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό έμοιαζε με την ταινία. Δεν υπήρχε πρωτοτυπία. Έδωσε την εντύπωση ότι δεν είπε κάτι καινούργιο μέσα από την παράσταση και αν είπε, αυτό χάθηκε μέσα στην πληθώρα κοινών στοιχείων με την κινηματογραφική μεταφορά. Τα μηνύματα του συγκεκριμένου μιούζικαλ έχουν ειπωθεί πολλές φορές και χρειαζόταν περισσότερο από ποτέ μια πιο διευρυμένη ματιά στο κείμενο και τη σκηνοθεσία. Μια αλλαγή που παρατηρήσαμε ήταν στο σημείο που ο Φον Τραπ, στο φεστιβάλ μουσικής που διαγωνίστηκε με την οικογένεια του, ανέφερε πως θα πει ένα τραγούδι αγάπης για την πατρίδα κερδίζοντας το θερμότερο χειροκρότημα του κοινού, αφού έγινε η σύνδεση της τότε πολιτικής κατάστασης με την τωρινή και τη θέση της Γερμανίας και στις δυο περιπτώσεις. Στην ταινία, ο Φον Τραπ έλεγε ένα τραγούδι απλά για την αγάπη, το «Εντελβάις». Η σαρωτική επιτυχία του “Rent” και η καλή δουλειά της Μαρσέλλου εκεί θα την κυνηγάει για πολλά χρόνια ακόμα.

Οι ερμηνείες κινούνταν με δυο ταχύτητες. Από τη μια, υπήρξε η Demy που έχει δουλέψει τρομερά τη φωνή της από την εποχή του “Fame” και μετά και πάλεψε να δώσει ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Αν αναλογιστεί κανείς ότι το άτομο που έχουν οι περισσότεροι στο μυαλό τους ακούγοντας τον τίτλο, είναι η Julie Andrews, η δουλειά που έπρεπε η Demy να κάνει ήταν πολύ δύσκολη. Να σημειωθεί ότι και στην Αθήνα η ηθοποιός που υποδύθηκε τον ρόλο της Μαρίας τον χειμώνα ήταν μια από τις πολύ καλές στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή, η Νάντια Κοντογεώργη. Η αμέσως επόμενη φωνή που έκλεψε τις εντυπώσεις ήταν αυτή της Μαρίας Λυμπεράκου που υποδυόταν την Ηγουμένη. Πολυτάλαντη, με βραβεία και πολλές γνώσεις στη μουσική, ξετύλιξε το ταλέντο της. Πολύ διακριτικός ήταν ο Άκης Σακελλαρίου, ο οποίος έπαιξε πολύ καλά τον ρόλο του και τραγούδησε με μια τεχνική που δεν μπορούσες εύκολα να διακρίνεις τα λάθη του. Στον αντίποδα, η Ναταλία Δραγούμη δεν μπόρεσε να πείσει με τη φωνή της. Ωστόσο, υποδύθηκε με σεβασμό τον ρόλο που της δόθηκε χωρίς, όμως, εντυπωσιασμούς. Ο Γιώργος Τζαβάρας πέτυχε τον στόχο του, κάνοντάς μας να γελάσουμε.

Τα σκηνικά της Μαίρης Τσαγκάρη ήταν πολύ καλά κατά κύριο λόγο. Η σκηνή δεν έδειχνε ποτέ φτωχή. Τα σκηνικά, επίσης, στη συγκεκριμένη παράσταση παίζουν ζωτικό ρόλο στο έργο. Οι κουρτίνες, για παράδειγμα, χρησιμοποιούνται για να φτιάξει η Μαρία ρούχα για τα επτά παιδιά, κάτι που προκαλεί την οργή του Φον Τραπ. Το μόνο αρνητικό ήταν ίσως το πιξελιασμένο video wall που αντί να ενισχύσει την αισθητική της παράστασης, μάλλον την υπονόμευσε. Τα φώτα στο ίδιο μήκος κύματος. Ο φωτισμός της Κατερίνας Μαραγκουδάκη μπορεί να απέδωσε σωστά στο κλειστό θέατρο αλλά στον εξωτερικό χώρο, δεδομένων των όλων δυσκολιών, φυσικά, που έχει μια καλοκαιρινή παράσταση, δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο. Το χειρότερο, όμως, από όλα ήταν η ακουστική, για την οποία δε φταίει βέβαια η παράσταση, αλλά οι υπεύθυνοι του Θεάτρου Δάσους. Αρκετές φορές «έκοψε» λόγια αλλά και κορώνες προκαλώντας δυσαρέσκεια.

Τα κοστούμια της Παναγιώτας Κοκκόρου ήταν πραγματικά από τα πολύ καλά στοιχεία της παράστασης. Υπερβολικά αλλά κατάλληλα για να δείξουν τη φτωχή Μαρία με το άσχημο ντύσιμο και την πλούσια Σρέιντερ με τα λαμπερά σύνολα και κοσμήματα. Τα ρούχα έπαιξαν σωστά τον δικό τους ρόλο, μιλώντας για την εποχή τους και δείχνοντας την οικονομική τάξη του καθενός.

Όσον αφορά στη μουσική… δεν υπήρχε! Δε σας λέμε ψέματα. Πέρα από το πιάνο με τις όμορφες μελωδίες κανένα άλλο μουσικό όργανο δεν υπήρχε. Ήταν playback. Πάλι το καλοκαίρι που λέγαμε. Οι χορογραφίες της Άννας Αθανασιάδη, επίσης, είχαν ομοιότητες αλλά και σημαντικές διαφορές με την ταινία.

Μέσα σε δύσκολους καιρούς κρίσης είναι σημαντικό ότι πάει περιοδεία ένα μιούζικαλ που έκανε επιτυχία στην Αθήνα. Είναι, όμως, δυσάρεστο το γεγονός σε μια τέτοια εποχή να γίνονται εκπτώσεις στα μιούζικαλ, ένα τόσο δύσκολο είδος, με την παρουσία μόνο ενός πιάνου στη συγκεκριμένη περίπτωση. Το αποτέλεσμα ήταν αξιοπρεπές, σε κάθε περίπτωση, αλλά θα πρέπει μελλοντικά να υπάρχει ορχήστρα που να συνοδεύει τον θίασο, παρόλο που κάτι τέτοιο θα κόστιζε ακριβότερα στην παραγωγή. Η «Μελωδία της Ευτυχίας» είχε απ’ όλα. Όμορφα και άσχημα. Τα καλά, όμως, είναι αυτά που μένουν. Οι μικροί θεατές της παράστασης τη λάτρεψαν και οι γονείς έφυγαν χαμογελαστοί. Άλλο ένα καλοκαιρινό βράδυ έδειξε ότι το θέατρο ήταν η καλύτερη επιλογή στην πόλη.

Το άρθρο μας αυτό μπορείτε να το βρείτε και στο ηλεκτρονικό περιοδικό "ε.ΜΜΕ.ίς" όπου και δημοσιεύτηκε πρώτα. 

// Αν σας άρεσε το άρθρο μπορείτε να κάνετε like στη σελίδα μας στο facebook ή να μας ακολουθήσετε στο twitter για να τα βρίσκετε φρέσκα //

0 απόψεις! Γράψε τη δική σου!:

Δημοσίευση σχολίου