Μια μυθιστορηματική διαδρομή στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου μεταφέρει με τις λέξεις του ο συγγραφέας Μιχάλης Μπουρνατζίδης στο τελευταίο του βιβλίο Η περιπλάνηση ενός βιολιού (εκδ. Κέδρος).
Ο συγγραφέας που συστήθηκε στο κοινό με το βιβλίο του Προσευχή για τις Καινούριες Πατρίδες (εκδ. Επτάλοφος) το 2010, επέστρεψε για να διηγηθεί μια ακόμη ιστορία, όπου η προσφυγιά είναι η κινητήριος δύναμη της πλοκής. Ο Μιχάλης Μπουρνατζίδης, έχοντας ένα μορφωτικό επίπεδο που απλώνεται σε πολλά διαφορετικά πεδία, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγγραφή κυρίως λόγω της αγάπης του για την ιστορία, αλλά και την ίδια τη λογοτεχνία αφού για πολλά χρόνια ήταν και είναι φανατικός αναγνώστης.
Κύριε Μπουναρτζίδη, για άλλη μια φορά σημαντικά ιστορικά γεγονότα συναντώνται στο βιβλίο σας. Ρώσικος και ισπανικός εμφύλιος, προσφυγιά, ελληνικός διχασμός. Γιατί επιλέξατε να εντάξετε σε αυτό το ευρύ πλαίσιο το νέο σας βιβλίο;
Η ιδέα γι’ αυτό το βιβλίο, μου ήρθε εντελώς ξαφνικά και απρόσμενα, με το που τέλειωσε η Προσευχή για τις Καινούργιες Πατρίδες, ή μάλλον όταν αυτό είχε ήδη πάρει το δρόμο για την έκδοση, -θα ήταν φθινόπωρο του 2010. Εκεί, στο πρώτο μου βιβλίο, πέντε, έξι κύρια πρόσωπα ήταν πραγματικά, έζησαν στ’ αλήθεια. Φτιάχτηκαν όμως και πολλοί άλλοι χαρακτήρες, φανταστικοί, που εμφανίζονταν λίγες φορές, ή μόνο κάποια στιγμή, για να βοηθήσουν στην αφήγηση των μικρών ιστοριών, να βοηθήσουν τις μικρές ιστορίες να περπατήσουν μέσα στην Μεγάλη Ιστορία. Ένας απ’ αυτούς τους χαρακτήρες, ήταν κι ο Αλεκάκης που κατέβηκε το 1883 με τα πόδια από τη Σήλυμνο στην Αδριανούπολη κι αργότερα έφυγε για τη Μικρασία να προκόψει. Σαν Αλέκο εφέντης πια, έρχεται από τη Φώκαια, -λίγο έξω από τη Σμύρνη- το 1914, πρόσφυγας στη Θεσσαλονίκη, με την Εφταλία και τα πέντε παιδιά του… Άλλος ένας τέτοιος χαρακτήρας, ήταν κι ο Νταβίντ, Σαλονικιός Εβραίος υφασματέμπορας, με τη Ρουθ και τα τρία παιδιά τους. Είπα πιο πριν, πως η ιδέα μου ήρθε εντελώς ξαφνικά. Είναι αλήθεια όμως, πως εκείνη την εποχή διάβαζα για τον ισπανικό εμφύλιο (1936-39), και λίγο πριν είχε τύχει να διαβάσω κάποια αποσπασματικά στοιχεία για τον ρώσικο (1917-22). Οι τόποι λοιπόν ήταν έτοιμοι, οι εποχές επίσης, έτσι όταν ήρθε και η ιδέα για τα πρόσωπα, δεν χρειάστηκε και πολύ για να το αποφασίσω, γιατί με συνεπήρε η προοπτική να γραφτεί ένα βιβλίο, μ’ αυτούς τους ανθρώπους σ’ αυτούς τους τόπους και σ’ εκείνες τις εποχές. Τότε ακόμη αγνοούσα τις προκλήσεις που θα συναντούσα.
«…αν δεν ήταν το βιολί, δεν ξέρω πώς θα τέλειωνε το παραμύθι…»
Το βιολί παίζει σημαντικό ρόλο στην πλοκή του βιβλίου. Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για τον συμβολισμό του;
Με ρώτησαν και σε άλλη συνέντευξη, τι συμβολίζει το μουσικό όργανο στην ιστορία. Δεν θα έλεγα πως συμβολίζει κάτι ιδιαίτερο. Απλώς, όταν ξεκίνησα το γράψιμο, υπήρχε στο μυαλό μου μόνο ένα γενικό πλάνο, χωρίς τις επί μέρους λεπτομέρειες, π.χ. «πώς έγινε αυτό ή εκείνο», ή «πώς θα φθάσουμε εκεί». Έγραφα και έσβηνα ψάχνοντας, και προχωρούσα στα θολά και αργά. Όταν όμως σκάρωσα εκείνον τον χορό στο Ζεϊτενλίκ, - κι ευτυχώς αυτό έγινε σχετικά νωρίς- για να δώσω μια νότα αισιοδοξίας στις δυσκολίες της προσφυγιάς, θέλησα να πλουτίσω μουσικά τον μονότονο ήχο της γκάιντας, κι έτσι προέκυψε ο γερο Μικρασιάτης βιολιτζής με το βιολί του. Τότε έσκασε η ιδέα του βιολιού, πώς έφτασε στα χέρια του Θωμά, πώς έγινε η αφορμή να βρει την Ελβίρα, και πώς αργότερα ο Μαξίμ τον Θωμά. Τότε άρχισε να τρέχει το παραμύθι πιο εύκολα, τότε το βιολί έγινε ο κρίκος που ένωσε την αλυσίδα, και πήρε δικαιωματικά τη θέση του και στον τίτλο του βιβλίου, όντας πια ο αφανής πρωταγωνιστής. Λέω αφανής πρωταγωνιστής, γιατί χωρίς να συμμετέχει σε κάθε σκηνή, -μόνο αραιά και που το ακούμε να παίζει και σπάνια μιλάνε γι’ αυτό, είναι πάντα εκεί, αισθανόμαστε την ύπαρξή του όταν το αναζητά ο Θωμάς μέσα στην πυρκαγιά της Σαλονίκης, ή όταν είναι κρυμμένο στη θήκη του που είναι δεμένη στην πλάτη του, όταν τον κυνηγάνε οι Πολωνοί έξω απ’ τη Βαρσοβία, ακόμη κι όταν περιμένει άπραγο σε μια απόμερη γωνιά στην ταβέρνα του Αντόνι, στη Βαρκελώνη, μήπως γυρίσει ο Θωμάς… Τελικά βέβαια, αποδείχθηκε από την ροή της ιστορίας, πως έτσι ή αλλιώς, χρειαζόταν ένα μέσο, ένα τέχνασμα, ένας «προξενητής» ∙ και η ιδέα με τον χορό να μην είχε κατέβει, κάτι έπρεπε να βρεθεί. Ας μη ξεχνάμε πως το βιολί παίζει ένα ρόλο καθοριστικό στην εξέλιξη της ιστορίας. Πολύ απλά, και το έχω σκεφτεί πολλές φορές, αν δεν ήταν το βιολί, δεν ξέρω πώς θα τέλειωνε το παραμύθι. Κάτι θα έπρεπε να είναι, κι όσο το ψάχνω, βλέπω πως δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε άλλο, εκτός από ένα μουσικό όργανο. Ίσως πάλι, μπορεί να ήταν και η αγάπη μου για τη μουσική που με ώθησε σ’ αυτή την επιλογή, κι όχι σε κάποιο άλλο εύρημα.
Το ότι οι σημερινές γενιές ξέρουν ελάχιστα για την παράδοση του τόπου τους πού το αποδίδετε;
Είναι πολύ μεγάλο θέμα αυτό, δεν χωράει σε μια σύντομη συνέντευξη για ένα βιβλίο. Θα συμπλήρωνα στην ερώτηση και την λέξη Ιστορία. Ιστορία λοιπόν και παράδοση. Αν μπορούσα να απαντήσω με δυο λόγια, θα έλεγα πως η άγνοια είναι αποτέλεσμα της αποτυχημένης παιδείας στον τόπο μας. Είπα παιδείας, όχι εκπαίδευσης.
Είστε αισιόδοξος όσον αφορά το σύγχρονο προσφυγικό ζήτημα και την επίλυση του;
Όχι, πώς να είμαι αισιόδοξος; Και που βρίσκεται η λύση, στη «θεραπεία» ή στην πρόληψη, που είναι με δυο λόγια ή μη πρόκληση των γενεσιουργών αιτίων, όχι μόνο της προσφυγιάς αλλά και της μετανάστευσης; Άλλο ένα τεράστιο θέμα που θίγετε, και μάλλον δεν χωράει σ’ αυτή τη σύντομη συνέντευξη.
// Για περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο και για αγορά, πατήστε εδώ! //
Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Μπουναρτζίδη που εγκαινίασε τη νέα μας στήλη, η γωνιά του συγγραφέα!
0 απόψεις! Γράψε τη δική σου!:
Δημοσίευση σχολίου